Ο δημοτικός υπάλληλος συμμετείχε μαζί με συναδέλφους του στην κατασκευή του ξυλουργείου και σιδηρουργείου του δήμου Δραπετσώνας-Κερατσινίου. Η κατασκευή της σκεπής του ξυλουργείου έγινε από πλάκες αμιάντου (ελενίτ) το όποιο το έκοβαν και τοποθετούσαν, χωρίς τη λήψη κανενός προστατευτικού μέτρου.
Με σημερινή του απόφαση το ΣτΕ υποχρεώνει τον δήμο Κερατσινίου-
Δραπετσώνας να καταβάλει το ποσό των 200.000 ευρώ ως χρηματική
ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, σε συγγενείς δημοτικού υπαλλήλου που
προσβλήθηκε από αμιάντωση το διάστημα κατά το οποίο εργαζόταν σε χώρο
που είχε σκεπή από αμίαντο (ελενίτ) και δεν είχε ληφθεί κανένα μέτρο
ασφαλείας από την πλευρά του δήμου.
Ειδικότερα, ο δημοτικός υπάλληλος προσλήφθηκε το 1979 ως εργάτης του συνεργείου καθαριότητας και το 1984 μεταπήδησε στη θέση τεχνίτη ξυλουργού. Όμως κρίθηκε ανίκανος προς εργασία σε ποσοστό 67% λόγω στεφανιαίος νόσου, πνευμονικής ίνωσης (αμιάντωσης) και σακχαρώδους διαβήτη. Το 2002 απολύθηκε από τον δήμο λόγω της νόσου, κατόπιν σύμφωνης γνωμοδότησης του υπερεσιακού συμβουλίου.
Ο εν λόγω εργαζόμενος συμμετείχε μαζί με συναδέλφους του στην κατασκευή του ξυλουργείου και σιδηρουργείου του δήμου. Η κατασκευή της σκεπής του ξυλουργείου έγινε από πλάκες αμιάντου (ελενίτ) το όποιο το έκοβαν και τοποθετούσαν, χωρίς τη λήψη κανενός προστατευτικού μέτρου (στολές, μάσκες, κλπ). Ο εργαζόμενος μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του ξυλουργείου το 1981 εργαζόταν μέσα σε αυτό, χωρίς ο δήμος να ενημερώσει για την προστασία των εργαζομένων από το ελενίτ. Η αντικατάσταση της σκεπής από αμίαντο είχε ζητηθεί από το 1990, αλλά ο δήμος δεν ανταποκρίθηκε.
Σύμφωνα πάντα με τη δικαστική απόφαση, το 2000, παρά το γεγονός ότι για τον επίμαχο εργαζόμενο υπήρχε η διάγνωση της αμιάντωσης, αλλά και η γνωμοδότηση του γιατρού εργασίας για αλλαγή θέσης εργασίας, αυτό δεν έγινε. Αντίθετα εργάστηκε πλέον των 20 ετών κάτω από συνθήκες επιβλαβείς για την υγεία του.
Όταν, το 2000, ο εργαζόμενος προσβλήθηκε από φυματίωση, όλοι οι συνάδελφοί του υποβλήθηκαν σε τεστ μαντού και ακτινολογική εξέταση. Οι εξετάσεις για τον άτυχο εργαζόμενο έδειξαν ότι είχε πρόβλημα με τους πνεύμονες και εισήχθη στο νοσοκομείο, όπου εκεί διαπιστώθηκε η αμιάντωση. Την ίδια περίοδο ένας ακόμη εργαζόμενος στο δήμο απεβίωσε από έντονα αναπνευστικά προβλήματα, χωρίς ποτέ να γίνουν γνωστά τα αίτια του θανάτου του.
Κατόπιν αυτών, ο άτυχος εργαζόμενος άσκησε αγωγή στα δικαστήρια διεκδικώντας αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από τον εν λόγω δήμο.
Τελικά το ΣτΕ ερμηνεύοντας την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται η εμπορία και χρήση αμιάντου σε κάθε μορφή του, δικαίωσε τον εν λόγω εργάτη και επιδίκασε το ποσό των 200.000 στους συγγενείς του, καθώς απεβίωσε ενώ η υπόθεσή του εκκρεμούσε ενώπιον των δικαστηρίων.
Ειδικότερα, ο δημοτικός υπάλληλος προσλήφθηκε το 1979 ως εργάτης του συνεργείου καθαριότητας και το 1984 μεταπήδησε στη θέση τεχνίτη ξυλουργού. Όμως κρίθηκε ανίκανος προς εργασία σε ποσοστό 67% λόγω στεφανιαίος νόσου, πνευμονικής ίνωσης (αμιάντωσης) και σακχαρώδους διαβήτη. Το 2002 απολύθηκε από τον δήμο λόγω της νόσου, κατόπιν σύμφωνης γνωμοδότησης του υπερεσιακού συμβουλίου.
Ο εν λόγω εργαζόμενος συμμετείχε μαζί με συναδέλφους του στην κατασκευή του ξυλουργείου και σιδηρουργείου του δήμου. Η κατασκευή της σκεπής του ξυλουργείου έγινε από πλάκες αμιάντου (ελενίτ) το όποιο το έκοβαν και τοποθετούσαν, χωρίς τη λήψη κανενός προστατευτικού μέτρου (στολές, μάσκες, κλπ). Ο εργαζόμενος μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του ξυλουργείου το 1981 εργαζόταν μέσα σε αυτό, χωρίς ο δήμος να ενημερώσει για την προστασία των εργαζομένων από το ελενίτ. Η αντικατάσταση της σκεπής από αμίαντο είχε ζητηθεί από το 1990, αλλά ο δήμος δεν ανταποκρίθηκε.
Σύμφωνα πάντα με τη δικαστική απόφαση, το 2000, παρά το γεγονός ότι για τον επίμαχο εργαζόμενο υπήρχε η διάγνωση της αμιάντωσης, αλλά και η γνωμοδότηση του γιατρού εργασίας για αλλαγή θέσης εργασίας, αυτό δεν έγινε. Αντίθετα εργάστηκε πλέον των 20 ετών κάτω από συνθήκες επιβλαβείς για την υγεία του.
Όταν, το 2000, ο εργαζόμενος προσβλήθηκε από φυματίωση, όλοι οι συνάδελφοί του υποβλήθηκαν σε τεστ μαντού και ακτινολογική εξέταση. Οι εξετάσεις για τον άτυχο εργαζόμενο έδειξαν ότι είχε πρόβλημα με τους πνεύμονες και εισήχθη στο νοσοκομείο, όπου εκεί διαπιστώθηκε η αμιάντωση. Την ίδια περίοδο ένας ακόμη εργαζόμενος στο δήμο απεβίωσε από έντονα αναπνευστικά προβλήματα, χωρίς ποτέ να γίνουν γνωστά τα αίτια του θανάτου του.
Κατόπιν αυτών, ο άτυχος εργαζόμενος άσκησε αγωγή στα δικαστήρια διεκδικώντας αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από τον εν λόγω δήμο.
Τελικά το ΣτΕ ερμηνεύοντας την ευρωπαϊκή και ελληνική νομοθεσία, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται η εμπορία και χρήση αμιάντου σε κάθε μορφή του, δικαίωσε τον εν λόγω εργάτη και επιδίκασε το ποσό των 200.000 στους συγγενείς του, καθώς απεβίωσε ενώ η υπόθεσή του εκκρεμούσε ενώπιον των δικαστηρίων.
ΠΗΓΗ: http://www.skai.gr